Σάββατο 12 Μαρτίου 2011

Ανακαλύφθηκε χριστιανικός ναός του 4ου αιώνα στη Θεσσαλονίκη

ampelotipos, 12/03/2011

Λατρευτικό κτίσμα, που φαίνεται πως αποτελεί τον παλαιότερο χριστιανικό ευκτήριο οίκο της Θεσσαλονίκης, εντόπισαν οι αρχαιολόγοι της 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων κάτω από την τρίκλιτη παλαιοχριστιανική βασιλική, στον υπό κατασκευή σταθμό μετρό Σιντριβανίου...

Πρόκειται για επίμηκες μονόχωρο λατρευτικό κτίσμα του 4ου αιώνα, που συνδέεται με δύο συστάδες καμαροσκεπών τάφων και πιθανώς με θέση μαρτυρίου. Το λατρευτικό κτίσμα περιελάμβανε ψηφιδωτό δάπεδο, τμήμα του οποίου αποκαλύφθηκε με την απόσπαση του υποστρώματος του μαρμαροθετήματος του Ιερού Βήματος της βασιλικής. 
Μέσα σε πλαίσιο από τρίχρωμο πλοχμό εικονίζεται σε λευκό κάμπο θέμα με κλιματίδα. Στο κέντρο δεσπόζει το μυθικό πουλί Φοίνικας με φωτοστέφανο και 13 αχτίδες. Εκατέρωθεν εικονίζονται πουλιά από τα οποία διατηρούνται τα 7, πέντε από αριστερά και 2 από δεξιά. 
Όπως εικάζουν οι αρχαιολόγοι, τα πουλιά ήταν τοποθετημένα ανά έξι εκατέρωθεν του Φοίνικα, οπότε απεικονίζεται αλληγορικά ο Χριστός- Φοίνικας με τους Αποστόλους-πουλιά. Ο Φοίνικας συμβολίζει την αθανασία και την αφθαρσία που κερδίζεται διά της Θείας Ευχαριστίας (συμβολίζεται από την κλιματίδα). 
Η συγκεκριμένη σύνθεση είναι μοναδική για τη Θεσσαλονίκη, αν και ο Φοίνικας απαντάται και στον τρούλο της Ροτόντας. Το ψηφιδωτό χρονολογείται περίπου στα τέλη 4ου ή τις αρχές 5ου αιώνα μ.Χ., χρονολόγηση που συμφωνεί και με τη φυσιοκρατική απόδοση, την ευκαμψία των βλαστών και τη ρευστότητα του σχεδίου.
Στο κεντρικό κλίτος τα σπαράγματα του ψηφιδωτού κάτω από την πλακόστρωση απεικονίζουν σχήματα και θέματα με ευρεία χρήση από το δεύτερο μισό του 4ου ως τα τέλη του 5ου αιώνα στα δάπεδα της Θεσσαλονίκης σε συνέχεια της αισθητικής που καθιερώθηκε στο Γαλεριανό συγκρότημα και την αγορά. 
Στον 5ο αιώνα το μονόχωρο κτίσμα μετατρέπεται σε τρίκλιτη βασιλική με την επέκταση προς βορρά και νότο και περιλαμβάνει κόγχη, σύνθρονο και υπερυψωμένο ιερό βήμα. Τα κλίτη της βασιλικής χωρίζονται με κιονοστοιχίες. Στο νότιο κλίτος συμπεριλαμβάνονται οι δύο συστάδες των καμαροσκεπών τάφων. Το ιερό βήμα και το κεντρικό κλίτος καλύπτονται με μαρμαροθέτημα, το βόρειο κλίτος με πλίνθινες πλάκες και το νότιο με κονίαμα. Τους τοίχους κοσμούν ορθομαρμάρωση και τοιχογραφίες. 
Τον 7ο αιώνα, έπειτα από εκτεταμένη καταστροφή, ο ναός ανακαινίζεται με φτωχά υλικά. Η συνολική διάρκεια ζωής του ναού δεν υπερβαίνει τον 8ο- 9ο αιώνα, οπότε και εγκαταλείπεται.
Όπως τόνισε η αρχαιολόγος, Μελίνα Παϊσίδου, κατά τη διάρκεια ανακοίνωσης στην 24η Συνάντηση για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη, η θέση του ναού, η πρωιμότητά του, η διάρκειά του στο χρόνο και οι ανακαινίσεις του τον εντάσσουν στους κορυφαίους πρωτοβυζαντινούς ναούς της Θεσσαλονίκης. 
Επίσης, παρατήρησε ότι η ίδρυση του μνημείου μπορεί να συνδέεται με κάποιον από τους μάρτυρες της Θεσσαλονίκης. 
Σχετικά με τη μεταφορά της βασιλικής, η κ. Παϊσίδου τόνισε ότι συνεχίζει να συζητείται θέση στα βόρεια της Θεολογικής Σχολής. 

Οι ανασκαφές της ΙΣΤ’ ΕΠΚΑ

Για τέταρτη χρονιά η ΙΣΤ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων συνέχισε τις ανασκαφές στο πλαίσιο της κατασκευής του Μετρό Θεσσαλονίκης. Ανασκαφές πραγματοποιήθηκαν στους σταθμούς «Νέος Σιδηροδρομικός Σταθμός», Διακλάδωση προς Σταυρούπολη του σταθμού «Δημοκρατίας», «Σιντριβάνι» και «Πανεπιστήμιο». 
Μια μαρμάρινη, ορθογώνια, μονολιθική σαρκοφάγος με παράσταση ήρωα ιππέα στη μία μακριά πλευρά και μία μαρμάρινη ορθογώνια λάρνακα με μονολιθικό δίρριχτο κάλυμμα και ανάγλυφη εξωτερική διακόσμηση με γιρλάντες, άνθη, γυμνούς Έρωτες και Νίκες συγκαταλέγονται στα σημαντικά ρωμαϊκά ευρήματα που έφερε στο φως η ανασκαφή της Εφορείας στη θέση όπου θα κατασκευαστεί η Διακλάδωση προς Σταυρούπολη του σταθμού «Δημοκρατίας». 
Ενδιαφέρον παρουσιάζει, εξάλλου, και η αποκάλυψη κατασκευής κυκλικής κάτοψης, λιθόκτιστης στο πάνω μέρος και λαξευμένης στο φυσικό έδαφος, συνολικού ύψους 7.20 μέτρων. 
Η επίχωση της κατασκευής αποκάλυψε μικρή ποσότητα κεραμικής υστερορωμαϊκών χρόνων, όμως το χάλκινο νόμισμα του Κώνστα του Α’ (347-348 μ.Χ.), που ήρθε στο φως μέσα στη λιθοδομή των τοιχωμάτων, χρονολογεί την κατασκευή στο πρώτο δεύτερο του 4ου αιώνα μ.Χ. Όπως τόνισε η προϊσταμένη της ΙΣΤ’ ΕΠΚΑ, Λίλιαν Αχειλαρά, κατά την ανακοίνωσή της στο αρχαιολογικό συνέδριο, η χρήση της κατασκευής πιθανότατα συνδέεται με αποθήκευση στερεών.

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.